-
1 αδελφός
αδελφός κ. αδερφός ο1) брат;2) монах (εν Χριστώ αδελφός — брат во Христе):η μονή των αδελφών Τιμίου Σταυρού — монастырь братьев Честного Креста;
ΦΡ.Этим.дргр. < αδελφός < α- + δέλφος «утроба, матка». Слово первоначально означало единоутробного брата, происходящего от одной матери -
2 αδερφός
αδελφός κ. αδερφός ο1) брат;2) монах (εν Χριστώ αδελφός — брат во Христе):η μονή των αδελφών Τιμίου Σταυρού — монастырь братьев Честного Креста;
ΦΡ.Этим.дргр. < αδελφός < α- + δέλφος «утроба, матка». Слово первоначально означало единоутробного брата, происходящего от одной матери
См. также в других словарях:
συνείσακτος — η, ο / συνείσακτος, ον, ΝΜΑ, θηλ. και ος, Ν [συνεισάγω] νεοελλ. (το θηλ. πληθ. ως ουσ.) οι συνείσακτοι εκκλ. εγκρατείς γυναίκες, αφιερωμένες, συνήθως, παρθένες ή χήρες, οι οποίες συγκατοικούσαν με εγκρατείς άνδρες, κληρικούς ή ασκητές, με σκοπό… … Dictionary of Greek
Κωνσταντίνος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της νεότερης Ελλάδας. 1. Κ. Α’ (Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ, Αθήνα 1868 – Παλέρμο, Σικελία 1923). Βασιλιάς των Ελλήνων (1913 17, 1920 22). Ήταν πρωτότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου Α’ και της βασίλισσας Όλγας. Έπειτα από… … Dictionary of Greek
Ιωάννης — I (Juan).Όνομα δύο βασιλιάδων της Αραγονίας. 1. I. A’ (1350 – 1395). Βασιλιάς της Αραγονίας (1387 95). Ήταν γιος του Πέτρου Δ’, που άφησε τη διακυβέρνηση του κράτους του στη σύζυγό του, Γιολάνδη. Ο Ι. Α’ προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα,… … Dictionary of Greek
μέλας — I Επώνυμο μεγάλης ηπειρωτικής οικογένειας με καταγωγή από τα Ιωάννινα. Μετά τον φόνο του αρματολού Γιάννου Μ. και τη δήμευση της μεγάλης αγροτικής περιουσίας της οικογένειας από τους Τούρκους κατά τα μέσα του 17ου αι., πολλά μέλη της αναγκάστηκαν … Dictionary of Greek
μελάς — I Επώνυμο μεγάλης ηπειρωτικής οικογένειας με καταγωγή από τα Ιωάννινα. Μετά τον φόνο του αρματολού Γιάννου Μ. και τη δήμευση της μεγάλης αγροτικής περιουσίας της οικογένειας από τους Τούρκους κατά τα μέσα του 17ου αι., πολλά μέλη της αναγκάστηκαν … Dictionary of Greek
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Τιερί από τη Σαρτρ — (Thierry de Chartres, ; – 1155). Σχολαστικός φιλόσοφος του 12ου αι.. Ήταν νεότερος αδελφός του επίσης σχολαστικού φιλοσόφου Βερνάρδου από τη Σαρτρ και υπήρξε ένας από τους χαρακτηριστικότερους άνδρες της εποχής του. Το περιεχόμενο της διδασκαλίας … Dictionary of Greek